- ούρντου
- άκλ. φρ. «γλώσσα ούρντου»γλωσσ. ινδοάρια γλώσσα, κοιτίδα τής οποίας είναι η περιοχή τών ποταμών Γάγγη και Γιάμουνα κοντά στο Δελχί και η οποία είναι μία από τις επίσημες γλώσσες τού Πακιστάν.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πακιστάν — Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει στα Β με την Κίνα, στα Δ με το Αφγανιστάν και το Ιράν, στα Α με την Ινδία ενώ στα Ν βρέχεται από την Αραβική Θάλασσα.Tο Πακιστάν είναι μια «ινδική» χώρα υπό την έννοια ότι γεωγραφικά αποτελεί μέρος της «ινδικής… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει … Dictionary of Greek
Γουιάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γουιάνα Παλαιότερη ονομασία: Βρετανική Γουιάνα Έκταση: 214.969 τ.χλμ Πληθυσμός: 698.209 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Τζόρτζταουν (225.802 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει με τη Βενεζουέλα στα ΒΔ, τη… … Dictionary of Greek
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα Έκταση: 82.880 τ. χλμ Πληθυσμός: 2.407.460 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Άμπου Ντάμπι (398.695 κάτ. το 1995)Κράτος της Αραβικής Χερσονήσου στην είσοδο του Περσικού κόλπου. Συνορεύει στα ΝΔ με τη Σαουδική Αραβία … Dictionary of Greek
Ινδοευρωπαίοι — Ονομασία των λαών που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα. Περιλαμβάνει τις γλώσσες που ομιλούνται στην Ευρώπη και στην Ασία και έχουν κοινή γλωσσική καταγωγή. Η έννοια Ι. γεννήθηκε τον 19ο αι., όταν η μελέτη του ινδουισμού οδήγησε πολλούς… … Dictionary of Greek
Καρνατάκα — (Karnataka). Ομόσπονδο κρατίδιο (191.791 τ. χλμ., 52.733.958 κάτ. το 2001) της Ινδίας με πρωτεύουσα την Μπανγκαλόρ (4.292.223 κάτ. το 2001). Συνορεύει στα Β και ΒΑ με τα κρατίδια Γκόα και Μαχαράστρα, στα Α με το κρατίδιο Άντρα Πραντές, στα Ν με… … Dictionary of Greek
Μαυρίκιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε μαζί με εβδομήντα στρατιώτες επί Μαξιμιανού στην Απαμεία. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Δεκεμβρίου. 2. Ένας από 45 μάρτυρες που μαρτύρησαν στη Νικόπολη της Αρμενίας επί Λικινίου (307 323). Η … Dictionary of Greek
Ομάν — Κράτος της Μέσης Ανατολής. Συνορεύει Δ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και με τη Σαουδική Αραβία και ΝΔ με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Υεμένης. Βρέχεται Δ από τη θάλασσα της Αραβίας.Η περιοχή του Ο. βρίσκεται στο απώτατο νοτιοδυτικό άκρο της Αραβικής… … Dictionary of Greek
Πρέμτσαντ — (1880 – 1936). Ψευδώνυμο του Ινδού συγγραφέα και δημοσιολόγου Ντανπάτ Ράι Σριβαστάφ. Στην αρχή εργάστηκε ως δάσκαλος και επιθεωρητής σχολείων. Πήρε μέρος στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της χώρας του και άσκησε αυστηρή κριτική στην αποικιοκρατία … Dictionary of Greek